A l’attention des Membres du Comite d’évaluation du projet pour le MONUMENT DES JUIFS VICTIMES D’HOLOCAUSTE à Athènes
Psaume CXIX Ta parole est une flamme pour mon pied et une lumière pour mon chemin
La création à Athènes du monument à la mémoire de l’Holocauste comble un énorme vide dans la capitale de notre pays. Le monument, naturellement consacré à la grande tragédie dont a été victime la communauté hebraique grecque, nous donne aussi l’occasion de nous rappeler à quelle profondeur plongent les racines de cette communauté dans l’espace helladique, et pourquoi il est légitime de lui donner un emplacement au cœur des lieux antiques d’Athènes ou déjà depuis le 1ersiècle ap.J.C. nous avons des indices de présence et de prospérité de la communauté hebraique. Bien sur, l’intégration d’un monument contemporain dans un espace à fort caractère archéologique présente d’importantes difficultés. Le monument à la mémoire de l’Holocauste doit bénéficier d’un espace distinct sans cependant concurrencer les autres monuments.
Dans notre concept, le monument a une présence compacte, à la fois silencieuse et sonore, qui attire l’attention sans rhétorique. Notre approche choisit volontairement la suggestion, l’Holocauste ne pouvant être montré de façon directe dans sa dimension réelle. “Shoah”, le bouleversant documentaire de Claude Lanzmann [1985] est l’exemple qui nous a inspiré dans cette direction.
Il est composé d’un étroit couloir en granite noir. Une marche noire, dans une cellule longue et étroite, munie d’une entrée et d’une sortie. Une chambre qui enferme et porte à l’intérieur d’un lourd double grillage en acier une foule anonyme flottante. Le même couloir s’achève par la plaque commémorative en granite massif monolithe posée sur le sol, où la communauté écrira le texte de restitution de la Mémoire.
Les colonnes de formes masculines, féminines et enfantines accumulées, moulages de métal coulé, sont pendues dans l’axe central de la construction métallique, sans toucher la terre. Les formes renvoient à des présences/absences nues suspendues presque comme des fantômes. Elles soulignent le mode d’extermination industriel. Elles sont une référence dramatique à l’Holocauste à la fois comme perte incommensurable et comme mémoire incontestable.
Dans une autre perspective, chaque colonne forme une colonne vertébrale. Le squelette a une durée et persiste, il résiste au temps, à la mort, comme rappel de vie et de flamme. Les Neufs colonnes en ligne symbolisent la Menorah [‘Chanukiyyah’].
Le double grillage avec ouverture de 25mm et épaisseur de 8mm, en dehors de la référence à l’enfermement, possède une autre fonction, particulièrement importante celle-ci, en rapport avec le point de vue que l’on peut avoir sur le monument. Le monument ne se révèle pleinement que lorsqu’on se tient en face et qu’on le regarde frontalement. Il suggère d’affronter l’Holocauste de face et non de biais, avec détermination et non en passant.
Avec la lumière du soleil, ou éclairé la nuit, il produit des ombres vivantes soutenues par un projet à la fois plastique et conceptuel. C’est un mur transparent/opaque.
Une attention particulière a été donnée à la solidité et à la qualité des matériaux et la facilité de leur entretien. Il est difficile voire impossible d’y apposer des graffitis ou de le vandaliser. Le monument est visible de tous les cotés sauf depuis le site archéologique de Keramikos. Presque tous les arbres existants sont conservés. Son entrée est légèrement inclinée, afin de donner une sensation d’enfouissement, et d’assurer la régularité de la hauteur du monument à 2.10 m du sol, sur toute sa longueur. Son emplacement, perpendiculaire à l’axe de la rue Ermou, où se place son entrée principale, permet sa position discrète dans l’espace et laisse tout l’espace vert libre à l’accès et au recueillement. La construction métallique occupe seulement une surface de 8m2, pour une présence extrêmement vigoureuse.
Dans notre étude est proposée un futur aménagement d’une largeur de 1.80m de chaque coté, le long du monument, avec pose de pavé rectangulaire en granite massif noir avec de l’herbe aux jointures pour qu’il y ait harmonisation avec l’espace vert environnant.
Nous vous remercions
Manolis Baboussis, Lydia Dambassina, Athènes, avril 2008
Προς τα Μέλη της Επιτροπής Αξιολόγησης των προτάσεων για τον σχεδιασμό του ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ στην Αθήνα
Ψαλμός 119
Ο νόμος σου είναι λύχνος για τα πατήματά μου και φως για το δρόμο μου
Η ανέγερση του μνημείου του Oλοκαυτώματος στην Αθήνα καλύπτει ένα τεράστιο κενό στην πρωτεύουσα της χώρα μας. Το μνημείο είναι βεβαίως αφοσιωμένο στη μεγάλη τραγωδία της ελληνικής εβραϊκής κοινότητας. Όμως το μνημείο μας δίνει την ευκαιρία να θυμηθούμε το πόσο βαθιές ρίζες έχει η κοινότητα αυτή στον ελλαδικό χώρο, και είναι για το λόγο αυτό ευτυχής η επιλογή του χώρου τοποθέτησης του στο ιστορικό αρχαίο χώρο της Αθήνας όπου ήδη από τον 1ομ.Χ. αιώνα έχουμε στοιχεία παρουσίας και ακμής της εβραϊκής κοινότητας. Βεβαίως, η ένταξη ενός σύγχρονου μνημείου σε ένα χώρο με έντονα αρχαιολογικό χαρακτήρα εμφανίζει σημαντικές δυσκολίες. Το μνημείο του Ολοκαυτώματος πρέπει να έχει τη δική του απόλυτα διακριτή παρουσία αλλά ταυτόχρονα να μην ανταγωνίζεται τα άλλα μνημεία.
Σύμφωνα με την σύλληψή μας, το μνημείο είναι στιβαρό ως παρουσία, σιωπηλά ηχηρό, που κατακτά την προσοχή χωρίς ρητορεία. Η προσέγγισή μας δεν μπορεί παρά να είναι υπαινικτική και το Ολοκαύτωμα δεν είναι δυνατόν να δειχθεί κατά τρόπο ευθύ στην πραγματική του διάσταση. Το συγκλονιστικό documentaire “Shoah” του Claude Lanzmann [1985] είναι το παράδειγμα που μας έχει εμπνεύσει προς αυτήν την κατεύθυνση.
Αποτελείται από ένα στενό διάδρομο, από μαύρο γρανίτη. Μία μαύρη πορεία, σε ένα στενόμακρο κελί, με μία είσοδο και μία έξοδο. Έναν θάλαμο που εγκλωβίζει και φέρει σε ένα βαρύ διπλό ατσάλινο πλέγμα ένα ανώνυμο αιωρούμενο πλήθος. Ο ίδιος διάδρομος στην συνέχεια καταλήγει στην επιδαπέδια μνημειακή πλάκα από μονόλιθο, όπου θα γραφτεί από την κοινότητα το κείμενο απόδοσης Μνήμης.
Οι κολώνες από τα συσσωρευμένα ανδρικά, γυναικεία, και παιδικά καλαπόδια, από χυτό μεταλλικό καλούπι, είναι κρεμασμένες στον κεντρικό άξονα της μεταλλικής κατασκευής, δεν αγγίζουν το έδαφος. Τα καλαπόδια παραπέμπουν σε αιωρούμενες απογυμνωμένες παρουσίες/απουσίες σχεδόν φαντάσματα. Υπογραμμίζουν τη βιομηχανική εξόντωση. Είναι μια δραματική αναφορά στο Ολοκαύτωμα ως τεράστια απώλεια αλλά και ως αδιαμφισβήτητη μνήμη.
Από μια άλλη οπτική, η κάθε κολώνα σχηματίζει μια σπονδυλική στήλη. Ο σκελετός έχει διάρκεια και παραμένει ανθεκτικός στο χρόνο, ακόμα και μετά το θάνατο, ως υπόμνηση ζωής και φλόγας. Οι Εννέα κολόνες εν σειρά συμβολίζουν την Menorah [‘Chanukiyyah’].
Το διπλό πλέγμα με άνοιγμα των 25 χιλιοστών και πάχος 8 χιλ., εκτός από την αναφορά στον εγκλωβισμό, έχει και μια άλλη ιδιαίτερα σημαντική λειτουργία ως προς τον τρόπο θέασης του μνημείου. Το μνημείο αποκαλύπτεται μόνο όταν στέκεσαι και το κοιτάς μετωπικά. Σε οδηγεί να αντιμετωπίσεις το Ολοκαύτωμα ευθέως και όχι πλαγίως, με συγκέντρωση και όχι ως περαστικός. Με το φως του ήλιου και φωτιζόμενο τη νύχτα, δίνει έντονες σκιές με πλαστικό και εννοιολογικό ενδιαφέρον. Είναι ένας διαφανής/ αδιαφανής τοίχος.
Δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην ανθεκτικότητα και ποιότητα των υλικών και στην εύκολη συντήρηση τους. Είναι δύσκολο έως αδύνατο να γράψει κανείς πάνω σε αυτό ή να το βανδαλίσει με άλλο τρόπο. Το μνημείο είναι ορατό από όλες τις πλευρές εκτός από τον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμικού. Διατηρούνται σχεδόν όλα τα υπάρχοντα δένδρα. Η είσοδος του κατεβαίνει ελαφριά, για να δώσει την αίσθηση της βύθισης, και να διευκολύνει τη διατήρηση του ύψους του μνημείου σε όλο το μήκος του στα 2,10 μέτρα, από το φυσικό έδαφος. Η τοποθέτηση του στον άξονα κάθετα στην οδό Ερμού, όπου και διαμορφώνεται η κύρια είσοδος του, επιτρέπει αφενός την διακριτική τοποθέτηση του στον χώρο και από την άλλη αφήνει όλο τον πράσινο χώρο, ελεύθερο στην πρόσβαση και περισυλλογή. Η μεταλλική κατασκευή καταλαμβάνει επιφάνεια μόλις 8τμ2, ενώ η παρουσία του είναι ιδιαίτερα στιβαρή.
Στην μελέτη μας προτείνεται και μία μελλοντική πρόσβαση διαμόρφωση, κατά μήκος του μνημείου, εκατέρωθεν στο ελάχιστο πλάτος 1,80 μέτρα με στρώση μαύρου ορθογώνιου κυβόλιθου από γρανίτη, με γρασίδι στους αρμούς που εναρμονίζεται με το γύρω πράσινο.
Σας ευχαριστούμε
Λυδία Δαμπασίνα, Μανώλης Μπαμπούσης, Αθήνα, Απρίλιος 2008